Τρίτη 29 Οκτωβρίου 2013

Ο ΚΥΚΛΟΣ ΤΩΝ ΠΟΛΕΜΙΣΤΩΝ





Ο Πρίγκηπας Σεκ αναζήτησε τον Δάσκαλο του Ξίφους. Ο ήλιος ήδη είχε ανεβεί ψηλά στο μοναστήρι, όταν ξύπνησε, και ο Πρίγκηπας ένιωθε ότι επιτέλους είχε βρει τον Δάσκαλο που πάντα έψαχνε. «Που θα βρω τον Δάσκαλο;» ρώτησε το καλόγερο που ήταν συνοδός του. «Ο Δάσκαλος μου παρήγγειλε ότι σας περιμένει στον Κύκλο των Πολεμιστών» ήταν η απάντηση. Ο Πρίγκηπας αφού έφαγε κάτι πρόχειρο, ζώστηκε την χρυσή αρματωσιά του και το εξαίσιο ξίφος του και συνοδευόμενος από την ακολουθία του, είκοσι επίλεκτους σωματοφύλακες ξεκίνησε.

«Που είναι ο Κύκλος των Πολεμιστών», ρώτησε το καλόγερο-συνοδό του. –«Δεν γνωρίζω Υψηλότατε» -«Αν δεν γνωρίζεις που είναι ο Κύκλος, τι διάολο συνοδός είσαι; Οδήγησε με στο Δάσκαλο, ξέρεις που είναι τέτοια ώρα;» -«Αν δεν κάνω λάθος Υψηλότατε αυτή την ώρα θα βρίσκεται στη κεντρική σάλα, όπου μοιράζονται οι εργασίες μεταξύ των καλογέρων» -«Τότε βλάκα, κάνε κάτι χρήσιμο και πήγαινέ με εκεί!»

Στη κεντρική σάλα ήταν μαζεμένοι σταυροπόδι σε κύκλο οι καλόγεροι, και στη μία πλευρά ο Δάσκαλος όπου συντόνιζε τη συζήτηση, τι ήταν αναγκαίο να γίνει, και ποιος θα εκτελέσει τη κάθε εργασία. Οι σωματοφύλακες με θόρυβο εισήλθαν στην αίθουσα, κλωτσώντας τους καλόγερους, τους υποχρέωναν να προσκυνήσουν και να ανοίξουν δρόμο για να περάσει ο γιός του Αυτοκράτορα, ο Πρίγκηπας Σεκ. Ο Πρίγκηπας είπε:

-«Δάσκαλε του Ξίφους, ταξίδεψα τη μισή αυτοκρατορία για να σε βρω και να μάθω την απαράμιλλη τεχνική σου στο ξίφος! Είμαι έτοιμος να ξεκινήσουμε το μάθημα, δείξε μου άμυνα, δείξε μου επίθεση, δείξε μου πώς να κινούμαι στη μάχη!»

-«Αγαπητέ μου φίλε Πρίγκηπα. Κάποτε ασχολούμουν με το να μάχομαι με το ξίφος. Τώρα πια ξέρω όμως ότι η μεγαλύτερη μας δύναμη βρίσκεται μέσα μας και είναι πέρα από άμυνα και επίθεση, είναι στο να ενσαρκώνουμε τη Δύναμη του Θεού, χωρίς να κάνουμε καμμία μάχη. Επιπλέον δεν διδάσκω εδώ και τώρα. Διδάσκω στο Κύκλο των Πολεμιστών, και αυτή τη στιγμή καταμερίζουμε τις δουλειές στο μοναστήρι. Ξέρεις εδώ είμαστε όλοι ίσοι, τόσο στη μορφή όσο και στην εργασία μας. Αν λοιπόν θες να μείνεις εδώ και να μάθεις από εμένα, το πρώτο που πρέπει να μάθεις είναι ότι δεν είσαι καλύτερος ή ανώτερος από οποιονδήποτε καλόγερο του μοναστηριού.

Θα πρέπει να στείλεις την ακολουθία σου πίσω στο παλάτι και να μείνεις μόνος. Εδώ έχει ένα ράσο, βγάλε τη χρυσή αρματωσιά και το σπαθί σου και φόρεσε το ράσο μας. Όσον αφορά την εργασία σου, η πρώτη εργασία που κάνει κανείς εδώ είναι να πιάσει τη σκούπα και να αρχίσει με το σκούπισμα της σάλας. Ξεκίνα το σκούπισμα λοιπόν, ή φύγε από δω!»

Μία απόλυτη ησυχία επικράτησε στη σάλα. Ο Νιουκ, ο πρώτος σωματοφύλακας του Πρίγκηπα του είπε: «Υψηλότατε, αφήστε με να αποκεφαλίσω αυτόν τον αναιδή!» Ο Πρίγκηπας του έγνεψε να πάψει, και απάντησε στον Δάσκαλο: «Πως είναι δυνατόν να μου ζητάς αυτό το ανήκουστο πράγμα; Να αφήσω την ακολουθία μου, να φορέσω ράσο και να σκουπίσω; Ξεχνάς ότι γεννήθηκα Πρίγκηπας;» -«Ναι, αλλά αν θέλεις να συνεχίσεις θα πρέπει να σταματήσεις να είσαι Πρίγκηπας και να γίνεις καλόγερος.»                

-«Όχι Δάσκαλε, θέλω να με διδάξεις, θέλω να έρθω στο Κύκλο των Πολεμιστών, αλλά δεν μπορώ να απαρνηθώ αυτό που είμαι. Θα φύγω!»
-«Όπως θέλεις Πρίγκηπα. Μείνε τουλάχιστον αυτή τη νύχτα και φύγε αύριο το πρωί.»
-«Ας γίνει έτσι Δάσκαλε». Ο Πρίγκηπας έκανε μεταβολή, και οι σωματοφύλακες φεύγοντας κοιτούσαν με αποστροφή, περιφρόνηση και θυμό το Δάσκαλο.

Εκείνη τη μέρα ο Πρίγκηπας περιπλανήθηκε στα άγρια βουνά που ήταν τριγύρω από το μοναστήρι, και το βράδυ κουρασμένος έπεσε να κοιμηθεί στο καλύτερο δωμάτιο του μοναστηριού. Είχε σκοπό να φύγει αύριο το πρωί, χωρίς να ξανάβλεπε τον Δάσκαλο. Μία παράξενη μελαγχολία κυριαρχούσε στη καρδιά του. Σύντομα τον πήρε ο ύπνος.

Ένα χτύπημα στη πόρτα, στο μέσο της νύχτας, τον ξύπνησε. -«Υψηλότατε, ο Δάσκαλος σας περιμένει στο Κύκλο των Πολεμιστών» είπε ο συνοδός καλόγερος. Ο Πρίγκηπας φόρεσε την χρυσή αρματωσιά του και το εξαίσιο ξίφος του. Παραξενεύτηκε που κανένας σωματοφύλακας του δεν ήταν ξύπνιος, η λαχτάρα του όμως ήταν τόσο μεγάλη που άφησε την ακολουθία του πίσω και ακολούθησε μόνος τον συνοδό καλόγερο στο δρόμο για το Κύκλο των Πολεμιστών.   

...



Ο Πρίγκηπας οδηγήθηκε μέσα από το μισοσκόταδο, στα σοκάκια του μοναστηριού. Αισθάνθηκε την ατμόσφαιρα του μοναστηριού πιο γαλήνια, και οι εικόνες γύρω του φαίνονταν να πάλλονταν με ένα παράξενο τρόπο, που το απέδωσε ότι ήταν μία εντύπωσή του, μιας και είχε μόλις ξυπνήσει. Στο κεντρικό προαύλιο του μοναστηριού, μπήκαν στην αίθουσα του «Κύκλου των πολεμιστών». Ο Πρίγκηπας θα ορκιζόταν ότι ήταν εκεί που το πρωί ήταν η κεντρική σάλα.

Λιβάνια καίγονταν παντού, και ο Πρίγκηπας καταλάβαινε ότι εισέρχεται σε ένα ιερό μέρος. Στην είσοδο μία επιγραφή: «Ένα ξίφος, μια ιστορία». Ο Πρίγκηπας καταλάβαινε ότι εδώ ήταν το μέρος που είχε γεννηθεί με σκοπό να εισέλθει. Με αποφασιστικό βήμα μπήκε μέσα και το κάθε μόριο λες του αίματός του ήταν ζωντανό και επάγρυπνο για αυτό που επρόκειτο να συναντήσει.

Αντίκρυσε ένα μεγάλο Κύκλο, και γύρω του καθισμένοι σταυροπόδι ήταν Πολεμιστές ντυμένοι με τις πιο μεγαλοπρεπείς πανοπλίες που είχε δει ποτέ του ο Πρίγκηπας. Ο Δάσκαλος του Ξίφους ήταν στο κέντρο του κύκλου και φορούσε μία πανοπλία από ένα άγνωστο υλικό, λες και ήταν από διαμάντια που ακτινοβολούσε φως ολόγυρα.

- «Καλωσήρθες Σεκ! Χαιρόμαστε που σε ξαναβλέπουμε κοντά μας.» του είπε ο Δάσκαλος.

-«Έχω ξανάρθει στο Κύκλο των Πολεμιστών;»

-«Ο κύκλος των Πολεμιστών υπάρχει πέρα από το χρόνο, Σεκ. Πάντα ήσουν μέλος του, ωστόσο σε μία ομαδική ψευδαίσθηση που οι άνθρωποι καλούνε Κόσμο, και όπου όλα φαίνονται να είναι ξεκομμένα και διαχωρισμένα από αυτό που υπάρχει στην Αλήθεια χρειάστηκε να στείλουμε ένα πολεμιστή μας με μία αποστολή: Να γίνει ο καλύτερος Ξιφομάχος, ο καλύτερος μαχητής.»

-«Ναι, από πάντα γνώριζα ότι κάτι έχω που με συνδέει με το ξίφος. Πάντα ήθελα να γίνω ο καλύτερος μαχητής. Θα με βοηθήσετε να γίνω ο καλύτερος ξιφομάχος; Θα πρέπει να οδηγήσω την Αυτοκρατορία σε πολέμους, να κατακτήσουμε τη χώρα των λευκών ανθρώπων και τη χώρα των μελαψών ανθρώπων στη Δύση, τα νησιά της Ιαπωνίας στην Ανατολή;»

-«Όχι, Σεκ. Ο στόχος σου ως μαχητής, είναι να μη σκοτώνεις πια, να μη βάφεις τα χέρια σου με αίμα, να μην κατακτάς κάτι με τη βία.»

-«Μα πως γίνεται αυτό; Ο πρώτος κανόνας του σπαθιού είναι ότι ο ικανότερος ζει, ο αδύνατος πεθαίνει ή υποτάσσεται.»

-«Όχι Σεκ, εδώ ήρθες για να μάθεις ότι το κάθε ξίφος έχει μία ιστορία να σε διδάξει. Η μεγαλύτερη δύναμη του Ξίφους είναι όταν το χρησιμοποιείς για να δημιουργείς και όχι για να σκοτώνεις. Το Ξίφος όταν το χρησιμοποιείς σαν μία προέκταση των χεριών σου για να σκοτώνεις, αποκτάς μία τεχνική, αλλά σίγουρα γερνάς, σίγουρα κάποτε θα βρεθεί κάποιος καλύτερος από σένα και θα πεθάνεις. Όταν το Ξίφος το χρησιμοποιείς σαν μία προέκταση της Ψυχής σου, τότε δεν σκοτώνεις, αλλά τροποποιείς τη ψευδαίσθηση, το κόσμο, γύρω σου και δημιουργείς. Τότε έχεις την απόλυτη δύναμη. Τότε είσαι ξανά αθάνατος και αήττητος ταυτόχρονα.»

-«Πως μπορώ να είμαι αυτός ο αήττητος μαχητής;»

-«Όταν ξεχάσεις το μίσος και καταλάβεις ότι δεν είσαι απλά ο Σεκ, αλλά είσαι ο κάθε άνθρωπος ταυτόχρονα, ακόμα και ο άνθρωπος που δεν γνώρισες ποτέ. Είσαι επίσης ο εχθρός σου, ο κάθε άνθρωπος που μάχεσαι είσαι επίσης εσύ, αν δεις τη πραγματικότητα από εκεί που τη βλέπουμε εμείς. Έτσι φίλε μου καταλαβαίνεις ότι σε αυτή τη μάχη δεν μπορείς ποτέ να είσαι ο νικητής. Μόνο με τη γνώση μπορείς να ξεφύγεις από αυτή την αέναη, μάταιη μάχη.»

-«Δάσκαλε, θέλω στο εξής να εισέλθω στο Κύκλο των Πολεμιστών.»

-«Σεκ, από αυτή τη στιγμή είσαι ξανά στο Κύκλο.»


Ο Πρίγκηπας ένιωθε να τραντάζεται. «Υψηλότατε, πρέπει να ξυπνήσετε, ξημέρωσε πια και πρέπει να φύγουμε» του είπε ο Νιουκ, ο αρχηγός της σωματοφυλακής του. Ο Πρίγκηπας άνοιξε τα μάτια του, αντίκρυσε ξανά τη μονότονη γκρίζα πραγματικότητα. Ένα όνειρο ήταν αυτό που είδε. Αλλά όχι ένα συνηθισμένο όνειρο.

«Νιουκ, φύγετε χωρίς εμένα για το παλάτι.» -«Υψηλότατε, τι είπατε; …» - «Νιουκ, σε ευχαριστώ για τις υπηρεσίες σου όλα αυτά τα χρόνια, αλλά δεν σε χρειάζομαι πια…» -«Υψηλότατε  σας ικετεύω να σκεφτείτε πιο λογικά …» - «Δεν χρειάζεται να σκεφτώ τίποτα Νιουκ, σε διατάζω να φύγετε.» - Ο παλιός στρατιώτης με μία θλίψη στα μάτια έκανε μεταβολή φεύγοντας, ενώ ο Πρίγκηπας αναζητούσε τα ρούχα που θα φορούσε. Σε ένα κάθισμα στη γωνία περίμενε ένα ράσο και μία σκούπα…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου